Μουσείο Ιατρικής Κρήτης
Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Κρήτης

Θεματικοί άξονες / Ιατρική & γράμματα - τέχνες / Κείμενα


Ιατρική και Παραστατικές Τέχνες
Η χρήση της τέχνης για θεραπευτικούς σκοπούς συναντάται εδώ και χιλιετίες στους περισσότερους γνωστούς πολιτισμούς. Η θεραπευτική προοπτική της τέχνης στην αντιμετώπιση της ψυχικής, νοητικής, συναισθηματικής ή σωματικής ασθένειας βασίζεται σε τέσσερα χαρακτηριστικά: πρώτον, στην ενίσχυση της διαδικασίας αποθεραπείας τους μέσω της συμβολικής έκφρασης και επεξεργασίας της ασθένειας, δεύτερον, στη θεώρηση της υγείας ως ένα πεδίο αλληλεπίδρασης μεταξύ ψυχικής, νοητικής, συναισθηματικής και σωματικής υγείας, τρίτον, στη δυναμική του βιώματος της δημιουργικότητας να ευνοεί συγκινησιακές διεργασίες που ενδυναμώνουν το άτομο, και τέταρτον στη δυνατότητα της τέχνης να αποτελεί για τον ασθενή ένα αποτύπωμα της πραγματικότητας που βιώνει και ταυτόχρονα η έκφραση του δυνητικού ξεπεράσματος αυτής της πραγματικότητας.

Ενώ στην αρχαιότητα η θεραπευτική προσέγγιση της τέχνης συνδέεται με το μεταφυσικό στοιχείο, από την Αναγέννηση και μετά αναγνωρίζεται η θεραπευτική δυναμική στην ίδια την πράξη της καλλιτεχνικής έκφρασης. Από τα τέλη του 19ου - αρχές του 20ου αιώνα αποδεσμεύεται από το τελετουργικό της πλαίσιο και εντάσσεται πειραματικά στις ήδη υπάρχουσες δυτικές ψυχοθεραπευτικές κατευθύνσεις, εμπλουτίζοντάς τες με την πηγαία έκφραση της δημιουργικότητας. Η «ψυχοπαθολογική τέχνη», κυρίως εικαστικά έργα τροφίμων ψυχιατρικών ιδρυμάτων1, εστιάζει στην «έκφραση της αυθεντικότητας του συναισθήματος και της ψυχικής δυσφορίας των τρελών» και ανοίγει τη συζήτηση για τους τρόπους έκφρασης της τρέλας και την ένταξη τους σε θεραπευτικά πλαίσια. Η διεύρυνση ωστόσο, της χρήσης της ΘμΤ ως ψυχοθεραπευτικό εργαλείο παρατηρείται μόλις από τη δεκαετία του ’60 με την αμφισβήτηση του ψυχιατρικού μοντέλου και την εμφάνιση των ποικιλόμορφων κατευθύνσεων της ψυχοθεραπείας όπως και εναλλακτικών μεθόδων ψυχοθεραπείας. Τότε ιδρύονται στην Ευρώπη τα πρώτα τμήματα ειδίκευσης στη ΘμΤ με τη μορφή εργαστηρίων τέχνης σε ψυχιατρικές δομές και την ειδίκευση ψυχιάτρων και ψυχολόγων στην τέχνη.

Τη δεκαετία του ’80 η ΘμΤ εφαρμόζεται στη δημόσια υγεία διαφόρων χωρών (Ευρώπη και Αμερική) και γίνεται βαθμιαία προσπάθεια να οριστεί ως αυτούσιο επιστημονικό πεδίο της ψυχικής υγείας. Αποτιμώνται τα πρώτα αποτελέσματα με σκοπό να οργανωθεί - ανεξάρτητα από τις ως τότε ψυχοθεραπευτικές κατευθύνσεις της - ένα διακριτικό και αυτόνομο πλαίσιο εργασίας και μια προσαρμοσμένη στη ΘμΤ μεθοδολογία. Από τότε, διαχωρίζεται σε δυο κατευθύνσεις. Η πρώτη, η λεγόμενη «παραδοσιακή», είναι μια κλασική ψυχοθεραπεία που χρησιμοποιεί τη διαμεσολάβηση της τέχνης ως ένα από τα ψυχοθεραπευτικά εργαλεία της επιλεγμένης προσέγγισης (ψυχαναλυτική, συστημική, συμπεριφορική κ.ο.κ.) και εφαρμόζεται από ψυχοθεραπευτές. Η δεύτερη ονομάζεται «σύγχρονη» και στόχος της είναι η πλαισίωση και ανάδειξη του δημιουργικού δυναμικού του ατόμου με θεραπευτικό και ανθρωπιστικό στόχο και εφαρμόζεται από θεραπευτές μέσω τέχνης. Οι κύριες διαφορές τους αφορούν: πρώτον, τη μεθοδολογία – όπου η «παραδοσιακή» εντάσσει τη δημιουργικότητα στο πλαίσιο της ψυχοθεραπείας ενώ η «σύγχρονη» πλαισιώνει και ενεργοποιεί τη δυναμική της δημιουργικότητας και της τέχνης ως καθεαυτό θεραπευτικό μέσο. Δεύτερον, διαφέρουν στην επεξεργασία του βιώματος του ασθενή, όπου στην «παραδοσιακή» ΘμΤ το καλλιτεχνικό αποτύπωμα ερμηνεύεται και καθοδηγείται από τον ψυχοθεραπευτή, ενώ στη σύγχρονη ΘμΤ το δημιουργικό βίωμα του θεραπευόμενου θεωρείται ικανό να ευνοεί θεραπευτική διεργασία κατά την οποία ο ίδιος ο θεραπευόμενος «εστιάζεται στο παρόν, κατανοεί τις δυσκολίες του, βρίσκει τις δικές του λύσεις και κάνει τις κατάλληλες αλλαγές»2.

Στη Θμτ, η δημιουργικότητα εκφράζεται σε ασφαλές πλαίσιο3 με στόχο την εύρεση εμπειρικών λύσεων από τον θεραπευόμενο μέσα από τη γνωστική και συναισθηματική κατανόηση των συγκρούσεων και των δυσκολιών του4. Επομένως, για να λειτουργήσει θεραπευτικά η τέχνη, χρησιμοποιούνται δυο διεργασίες της ανθρώπινης ανάπτυξης: η δημιουργικότητα και το παιγνίδι.

Οι παραστατικές τέχνες - το θέατρο και ο χορός - διαφοροποιούνται από άλλες τέχνες στα εξής: πρώτον, το κύριο τους μέσον έκφρασης είναι το σώμα. Υποκείμενο και αντικείμενο μαζί, δημιουργείται μια ιδιαίτερη σχέση ανάμεσα στο φυσικό και φαντασιακό σώμα5, μια και η δράση της θεραπείας μέσω παραστατικών τεχνών αποτελεί από μόνη της ολιστικό βίωμα (ψυχικό, αισθητηριακό, νοητικό και συγκινησιακό-συναισθηματικό μαζί). Δεύτερον, η εφήμερη έκφραση του θεάτρου και του χορού αποτελεί αποτέλεσμα διεργασίας που δεν επαναλαμβάνεται και υπάρχει παρά μόνο ως υποκειμενική ανάμνηση6, σε αντίθεση για παράδειγμα με τα εικαστικά που το αποτύπωμά τους έχει υλική υπόσταση και διάρκεια, με αποτέλεσμα το παραγόμενο έργο να είναι αναλλοίωτο και ανεπηρέαστο από τη μνήμη. Τρίτον, η ομαδική ταυτόχρονη έκφραση (ή τουλάχιστον δυαδική με τον θεραπευτή σε περίπτωση ατομικής συνεδρίας) στο θέατρο και το χορό έχει αφενός τη βαθιά χαρά της μοιρασιάς των συναισθημάτων (συμπεριλαμβανομένων και των αρνητικών συναισθημάτων) και την ενεργή αντιμετώπιση του προβλήματος σε κοινή δράση και κίνηση, αφετέρου την ύπαρξη ενός τουλάχιστον άλλου ανθρώπου που συμμετέχει θέτει ένα φυσικό όριο όπου η υποκειμενικότητα του ασθενή έρχεται αντιμέτωπη με την υποκειμενικότητα του άλλου συμμετέχοντα και δημιουργεί έναν κοινό τόπο, μια «πραγματικότητα» που προάγει τις ψυχικές διεργασίες προσαρμογής, μια δεξιότητα ιδιαίτερα σημαντική στην αντιμετώπιση αρνητικών αλλαγών και ουσιαστικών δυσκολιών..

Ως γενικό αποτύπωμα των ΘμΤ που σχετίζονται με τη δράση και την κίνηση, ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά που αναφέρονται είναι η ενίσχυση της αίσθησης του ασθενή που χρησιμοποιεί το σώμα του για να εκφραστεί, ότι «παίρνει τη ζωή του στα χέρια του» (Boal, 1990 – Vaisse, 2006 και Lesage, 2008).

Η ιδιαιτερότητα δε του σώματος σε ανθρώπους που το σώμα τους αλλάζει και δεν είναι πια «δεδομένο», είναι – εκτός από τον φυσικό πόνο ή τον ακρωτηριασμό που το συνοδεύει - η δυσκολία προσαρμογής στη νέα μορφή του. Ως πρώτη αντιμετώπιση αυτής της βίαιης αλλαγής, παρατηρείται έντονα η αποστασιοποίηση από το σώμα και η γενική απογοήτευση όσον αφορά τις νέες προοπτικές χρήσης, ελέγχου και απόλαυσης του σώματος.

Ζητούμενο είναι επομένως, όχι μόνο η αποδοχή του «νέου σώματος» αλλά και η δημιουργία νέας θέσης του στον οικείο κόσμο του ασθενή. (Sudres, 2013). Ο όρος «σώμα» ταυτόχρονα εμπεριέχει την εικόνα του σώματος στο χώρο, δηλαδή το τι μπορεί και το τι δεν μπορεί να κάνει. Η οικειοποίηση του χώρου σημαίνει πειραματισμός με το «νέο σώμα» και δοκιμή των νέων δυνατοτήτων ή περιορισμών στο χώρο. Η δημιουργικότητα που προάγει η ΘμΤ και το πλαίσιο του παιγνιδιού μεταξύ πραγματικού και μη πραγματικού, αποτελεί προτροπή στην εκ νέου – και με νέα δεδομένα – εύρεση μιας θέσης του «στο χώρο».

Αντίστοιχα, θρυμματίζεται η αίσθηση του «κανονικού χρόνου» όπου έβρισκε τη θέση του στην καθημερινότητα ο ασθενής προτού νοσήσει. Η ΘμΤ δίνει στον ασθενή τη δυνατότητα να δημιουργήσει από την αρχή έναν «δικό του χρόνο». Αφενός επιλέγει ο ίδιος να κάνει κάτι «για τον εαυτό του», αφετέρου η παραχώρηση «ελεύθερου χρόνου» εντός του πολύ προγραμματισμένου και περιορισμένου χρόνου του συστήματος υγείας αφήνει το περιθώριο να ακουστεί ο ασθενής και να ενταχτεί η κατάσταση ανεμελιάς, συνεργατικότητας, συμμετοχικότητας και δημιουργικότητας που βιώνει στη ΘμΤ. Η επανοικειοποίηση του χρόνου με αυτή την έννοια, συνεπάγεται ενίσχυση της αποφασιστικότητας, πιο ενεργή συμμετοχή του ασθενή στη διαδικασία αποθεραπείας του και καλύτερη συνεργασία με τους φροντιστές του. Η ΘμΤ με παραστατικές τέχνες αποτελεί σήμερα τμήμα της ολιστικής προσέγγισης ασθενών με ψυχιατρικές διαταραχές, αυτισμό, νευρολογικές εκφυλιστικές παθήσεις, νεοπλασματική νόσο και άλλες. Παράλληλα εφαρμόζεται και στους φροντιστές αυτών των ασθενών.

Ι. Σουγκλάκος
Αφιερωμένο στη μνήμη της δασκάλας μου Αλεξάνδρας Περιστεράκη


Πληροφορίες
2810 39 4810
museummed@med.uoc.gr
10:00 - 14:00 καθημερινές
Ιατρική Σχολή
Πανεπιστήμιο Κρήτης
ΤΘ 2208 ΤΚ 71003
Βούτες, Ηράκλειο Κρήτης